Δύο νέες μελέτες από την Ευρώπη δείχνουν ότι ο αριθμός των πτηνών στις γεωργικές περιοχές της Γαλλίας έχει καταρρεύσει κατά ένα τρίτο σε μόλις 15 χρόνια, με ορισμένα είδη σχεδόν να εξαλείφονται.
Η κατάρρευση του πληθυσμού των πτηνών αντικατοπτρίζει μια άλλη ανακάλυψη τον περασμένο Οκτώβριο, ότι περισσότερα από τα τρία τέταρτα όλων των ιπτάμενων εντόμων στη Γερμανία έχουν εξαφανιστεί σε μόλις τρεις δεκαετίες.
Ο βασικός ύποπτος γι’ αυτή τη μαζική εξαφάνιση είναι η επιθετική χρήση των νεονικοτινοειδών παρασιτοκτόνων, ιδιαίτερα της ιμιδακλοπρίδης και της κλοθειανιδίνης, δύο παρασκευασμάτων του γερμανικού χημικού κολοσσού Bayer με έδρα τη Γερμανία.
Αυτά τα φυτοφάρμακα, μαζί με τα τοξικά ζιζανιοκτόνα με γλυφοστάτη, όπως το Roundup, έδωσαν ένα διπλό χτύπημα σε πεταλούδες, μέλισσες και πουλιά.
Ωστόσο, αντί να απαγορεύσει αυτές τις τοξικές χημικές ουσίες, η Ευρωπαϊκή Ενωση ενέκρινε στις 21 Μαρτίου τη συγχώνευση αξίας 66 εκατομμυρίων δολαρίων της Bayer και της Monsanto, του γίγαντα των ΗΠΑ που παράγει το Roundup και τους γενετικά τροποποιημένους σπόρους που έχουν μειώσει παγκοσμίως την ποικιλία των σπόρων.
Η συγχώνευση θα καταστήσει τον όμιλο Bayer-Monsanto τη μεγαλύτερη εταιρεία παραγωγής σπόρων και φυτοφαρμάκων στον κόσμο, δίνοντάς του τεράστια δύναμη για τον έλεγχο των γεωργικών πρακτικών, βάζοντας τα ιδιωτικά κέρδη πάνω από το δημόσιο συμφέρον.
Οπως σημείωσε η γερουσιαστής της Μασαχουσέτης Ελίζαμπεθ Γουόρεν σε ομιλία της τον Δεκέμβριο, οι γιγαντιαίες εταιρείες συγχωνεύονται σε οντότητες που κυριαρχούν στην αγορά και επενδύουν ένα μέρος των κερδών τους στην άσκηση πίεσης και τη χρηματοδότηση πολιτικών εκστρατειών, διαμορφώνοντας το πολιτικό σύστημα προς τους δικούς τους στόχους.
Κάλεσε δε τον πρόεδρο Τραμπ να ασκήσει βέτο στη συγχώνευση της Bayer-Monsanto, η οποία εξακολουθεί να βρίσκεται υπό τον έλεγχο της αντιμονοπωλιακής νομοθεσίας και δεν έχει ακόμη εγκριθεί στις ΗΠΑ.
Μια έρευνα του 2016 στη βάση των ψηφοφόρων του Τραμπ διαπίστωσε ότι περισσότεροι από τους μισούς απέρριπταν τη συγχώνευση της Monsanto-Bayer, φοβούμενοι ότι θα είχε ως αποτέλεσμα υψηλότερες τιμές τροφίμων και υψηλότερο κόστος για τους αγρότες.
Πριν από το 1990, υπήρχαν 600 ή και περισσότερες μικρές, ανεξάρτητες επιχειρήσεις σπόρων παγκοσμίως, πολλές από τις οποίες ήταν οικογενειακές.
Μέχρι το 2009, μόνο περίπου 100 επέζησαν, ενώ οι τιμές των σπόρων είχαν υπερδιπλασιαστεί. Αλλά η χειραγώγηση από αυτούς τους ισχυρούς επιχειρηματικούς ομίλους είναι κάτι περισσότερο από ζήτημα οικονομικών.
Μπορεί να είναι ζήτημα διατήρησης της ζωής σε αυτόν τον πλανήτη.
Ενώ τα νεονικοτινοειδή εντομοκτόνα της Bayer εξαλείφουν τα έντομα και τα πουλιά, η γλυφοστάτη της Monsanto έχει συνδεθεί με περισσότερες από 40 ασθένειες του ανθρώπου, συμπεριλαμβανομένου του καρκίνου.
Οι σπόροι της έχουν τροποποιηθεί γενετικά για να επιβιώνουν από αυτό το τοξικό ζιζανιοκτόνο, αλλά τα φυτά το απορροφούν στους ιστούς τους.
Στους ανθρώπους που τρώνε τα φυτά, η γλυφοστάτη διαταράσσει το ενδοκρινικό σύστημα και την ισορροπία των βακτηρίων του εντέρου, βλάπτει το DNA και οδηγεί σε καρκινικές μεταλλάξεις.
Ο πρόεδρος Τραμπ έχει ήδη εγκρίνει τη συγχώνευση δύο πρώην αντιπάλων, της Dow και της DuPont, και έχει υπογράψει την εξαγορά της ελβετικής Syngenta από την ChemChina.
Εάν εγκριθεί και η συγχώνευση των Monsanto-Bayer, μόνο τρεις εταιρείες θα κυριαρχούν στην παγκόσμια αγορά σπόρων και φυτοφαρμάκων, αποκτώντας τεράστια δύναμη ώστε να συνεχίσουν να δηλητηριάζουν τον πλανήτη σε βάρος των κατοίκων του.
Δύο νέες μελέτες από την Ευρώπη δείχνουν ότι ο αριθμός των πτηνών στις γεωργικές περιοχές της Γαλλίας έχει καταρρεύσει κατά ένα τρίτο σε μόλις 15 χρόνια, με ορισμένα είδη σχεδόν να εξαλείφονται.
Η κατάρρευση του πληθυσμού των πτηνών αντικατοπτρίζει μια άλλη ανακάλυψη τον περασμένο Οκτώβριο, ότι περισσότερα από τα τρία τέταρτα όλων των ιπτάμενων εντόμων στη Γερμανία έχουν εξαφανιστεί σε μόλις τρεις δεκαετίες.
Ο βασικός ύποπτος γι’ αυτή τη μαζική εξαφάνιση είναι η επιθετική χρήση των νεονικοτινοειδών παρασιτοκτόνων, ιδιαίτερα της ιμιδακλοπρίδης και της κλοθειανιδίνης, δύο παρασκευασμάτων του γερμανικού χημικού κολοσσού Bayer με έδρα τη Γερμανία.
Αυτά τα φυτοφάρμακα, μαζί με τα τοξικά ζιζανιοκτόνα με γλυφοστάτη, όπως το Roundup, έδωσαν ένα διπλό χτύπημα σε πεταλούδες, μέλισσες και πουλιά.
Ωστόσο, αντί να απαγορεύσει αυτές τις τοξικές χημικές ουσίες, η Ευρωπαϊκή Ενωση ενέκρινε στις 21 Μαρτίου τη συγχώνευση αξίας 66 εκατομμυρίων δολαρίων της Bayer και της Monsanto, του γίγαντα των ΗΠΑ που παράγει το Roundup και τους γενετικά τροποποιημένους σπόρους που έχουν μειώσει παγκοσμίως την ποικιλία των σπόρων.
Η συγχώνευση θα καταστήσει τον όμιλο Bayer-Monsanto τη μεγαλύτερη εταιρεία παραγωγής σπόρων και φυτοφαρμάκων στον κόσμο, δίνοντάς του τεράστια δύναμη για τον έλεγχο των γεωργικών πρακτικών, βάζοντας τα ιδιωτικά κέρδη πάνω από το δημόσιο συμφέρον.
Οπως σημείωσε η γερουσιαστής της Μασαχουσέτης Ελίζαμπεθ Γουόρεν σε ομιλία της τον Δεκέμβριο, οι γιγαντιαίες εταιρείες συγχωνεύονται σε οντότητες που κυριαρχούν στην αγορά και επενδύουν ένα μέρος των κερδών τους στην άσκηση πίεσης και τη χρηματοδότηση πολιτικών εκστρατειών, διαμορφώνοντας το πολιτικό σύστημα προς τους δικούς τους στόχους.
Κάλεσε δε τον πρόεδρο Τραμπ να ασκήσει βέτο στη συγχώνευση της Bayer-Monsanto, η οποία εξακολουθεί να βρίσκεται υπό τον έλεγχο της αντιμονοπωλιακής νομοθεσίας και δεν έχει ακόμη εγκριθεί στις ΗΠΑ.
Μια έρευνα του 2016 στη βάση των ψηφοφόρων του Τραμπ διαπίστωσε ότι περισσότεροι από τους μισούς απέρριπταν τη συγχώνευση της Monsanto-Bayer, φοβούμενοι ότι θα είχε ως αποτέλεσμα υψηλότερες τιμές τροφίμων και υψηλότερο κόστος για τους αγρότες.
Πριν από το 1990, υπήρχαν 600 ή και περισσότερες μικρές, ανεξάρτητες επιχειρήσεις σπόρων παγκοσμίως, πολλές από τις οποίες ήταν οικογενειακές.
Μέχρι το 2009, μόνο περίπου 100 επέζησαν, ενώ οι τιμές των σπόρων είχαν υπερδιπλασιαστεί. Αλλά η χειραγώγηση από αυτούς τους ισχυρούς επιχειρηματικούς ομίλους είναι κάτι περισσότερο από ζήτημα οικονομικών.
Μπορεί να είναι ζήτημα διατήρησης της ζωής σε αυτόν τον πλανήτη.
Ενώ τα νεονικοτινοειδή εντομοκτόνα της Bayer εξαλείφουν τα έντομα και τα πουλιά, η γλυφοστάτη της Monsanto έχει συνδεθεί με περισσότερες από 40 ασθένειες του ανθρώπου, συμπεριλαμβανομένου του καρκίνου.
Οι σπόροι της έχουν τροποποιηθεί γενετικά για να επιβιώνουν από αυτό το τοξικό ζιζανιοκτόνο, αλλά τα φυτά το απορροφούν στους ιστούς τους.
Στους ανθρώπους που τρώνε τα φυτά, η γλυφοστάτη διαταράσσει το ενδοκρινικό σύστημα και την ισορροπία των βακτηρίων του εντέρου, βλάπτει το DNA και οδηγεί σε καρκινικές μεταλλάξεις.
Ο πρόεδρος Τραμπ έχει ήδη εγκρίνει τη συγχώνευση δύο πρώην αντιπάλων, της Dow και της DuPont, και έχει υπογράψει την εξαγορά της ελβετικής Syngenta από την ChemChina.
Εάν εγκριθεί και η συγχώνευση των Monsanto-Bayer, μόνο τρεις εταιρείες θα κυριαρχούν στην παγκόσμια αγορά σπόρων και φυτοφαρμάκων, αποκτώντας τεράστια δύναμη ώστε να συνεχίσουν να δηλητηριάζουν τον πλανήτη σε βάρος των κατοίκων του.
Η σκιά της Ιστορίας
Για να κατανοήσουμε το μέγεθος αυτής της απειλής, είναι απαραίτητο να ανατρέξουμε στην Ιστορία. Δεν είναι η πρώτη φορά που οι Monsanto και Bayer έχουν ενώσει τις δυνάμεις τους.
Και στους δύο Παγκόσμιους Πολέμους, κατασκεύαζαν εκρηκτικά και δηλητηριώδη αέρια χρησιμοποιώντας κοινές τεχνολογίες που πωλούσαν και στις δύο αντίπαλες πλευρές.
Μετά τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο, ενώθηκαν ως MOBAY (MonsantoBayer) και παρήγαν τα συστατικά για το δηλητήριο Agent Orange στον πόλεμο του Βιετνάμ.
Στην πραγματικότητα, οι εταιρικές συγχωνεύσεις και οι συμπράξεις έχουν διαδραματίσει κεντρικό ρόλο στην ιστορία της Bayer.
Το 1904, ενώθηκε με τους γερμανικούς γίγαντες BASF και AGFA δημιουργώντας το πρώτο καρτέλ χημικών. Μετά τον Α’ Παγκόσμιο Πόλεμο, ολόκληρη η χημική βιομηχανία της Γερμανίας συγχωνεύθηκε για να γίνει η I.G. Farben.
Από την αρχή του Β’ Παγκόσμιου Πολέμου, η I.G. Farben ήταν η μεγαλύτερη βιομηχανική εταιρεία στην Ευρώπη, η μεγαλύτερη χημική εταιρεία στον κόσμο και μέρος του πιο μεγάλου και ισχυρού καρτέλ σε όλη την Ιστορία.
Το καρτέλ Farben διαλύθηκε τεχνικά στη δίκη της Νυρεμβέργης μετά τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο (όπου κάποια στελέχη του καταδικάστηκαν με βαριές ποινές), αλλά στην πραγματικότητα απλώς χωρίστηκε σε τρεις νέες εταιρείες -τις Bayer, Hoescht και BASF- οι οποίες παραμένουν σήμερα φαρμακευτικοί γίγαντες.
Ο παγκόσμιος έλεγχος των τροφίμων έχει σχεδόν επιτευχθεί με τη μείωση της ποικιλότητας των σπόρων και με την καθιέρωση του ιδιωτικού έλεγχου με γενετικά τροποποιημένους σπόρους που διανέμονται μόνο από λίγες πολυεθνικές εταιρείες, με επικεφαλής τη Monsanto.
Μια ντε φάκτο σύμπραξη των κολοσσών της χημικής, της φαρμακευτικής και της πετρελαϊκής βιομηχανίας, των τραπεζών και των ασφαλιστικών εταιρειών συγκεντρώνει τα κέρδη διεξάγοντας μια πολύ προσοδοφόρα φαρμακευτική επίθεση στις ασθένειες που δημιουργούν οι δικές τους τοξικές γεωργικές χημικές ουσίες.
Πηγή : ΕΦΗΜΕΡΙΔΑ ΤΩΝ ΣΥΝΤΑΚΤΩΝ
Για να κατανοήσουμε το μέγεθος αυτής της απειλής, είναι απαραίτητο να ανατρέξουμε στην Ιστορία. Δεν είναι η πρώτη φορά που οι Monsanto και Bayer έχουν ενώσει τις δυνάμεις τους.
Και στους δύο Παγκόσμιους Πολέμους, κατασκεύαζαν εκρηκτικά και δηλητηριώδη αέρια χρησιμοποιώντας κοινές τεχνολογίες που πωλούσαν και στις δύο αντίπαλες πλευρές.
Μετά τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο, ενώθηκαν ως MOBAY (MonsantoBayer) και παρήγαν τα συστατικά για το δηλητήριο Agent Orange στον πόλεμο του Βιετνάμ.
Στην πραγματικότητα, οι εταιρικές συγχωνεύσεις και οι συμπράξεις έχουν διαδραματίσει κεντρικό ρόλο στην ιστορία της Bayer.
Το 1904, ενώθηκε με τους γερμανικούς γίγαντες BASF και AGFA δημιουργώντας το πρώτο καρτέλ χημικών. Μετά τον Α’ Παγκόσμιο Πόλεμο, ολόκληρη η χημική βιομηχανία της Γερμανίας συγχωνεύθηκε για να γίνει η I.G. Farben.
Από την αρχή του Β’ Παγκόσμιου Πολέμου, η I.G. Farben ήταν η μεγαλύτερη βιομηχανική εταιρεία στην Ευρώπη, η μεγαλύτερη χημική εταιρεία στον κόσμο και μέρος του πιο μεγάλου και ισχυρού καρτέλ σε όλη την Ιστορία.
Το καρτέλ Farben διαλύθηκε τεχνικά στη δίκη της Νυρεμβέργης μετά τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο (όπου κάποια στελέχη του καταδικάστηκαν με βαριές ποινές), αλλά στην πραγματικότητα απλώς χωρίστηκε σε τρεις νέες εταιρείες -τις Bayer, Hoescht και BASF- οι οποίες παραμένουν σήμερα φαρμακευτικοί γίγαντες.
Ο παγκόσμιος έλεγχος των τροφίμων έχει σχεδόν επιτευχθεί με τη μείωση της ποικιλότητας των σπόρων και με την καθιέρωση του ιδιωτικού έλεγχου με γενετικά τροποποιημένους σπόρους που διανέμονται μόνο από λίγες πολυεθνικές εταιρείες, με επικεφαλής τη Monsanto.
Μια ντε φάκτο σύμπραξη των κολοσσών της χημικής, της φαρμακευτικής και της πετρελαϊκής βιομηχανίας, των τραπεζών και των ασφαλιστικών εταιρειών συγκεντρώνει τα κέρδη διεξάγοντας μια πολύ προσοδοφόρα φαρμακευτική επίθεση στις ασθένειες που δημιουργούν οι δικές τους τοξικές γεωργικές χημικές ουσίες.
Πηγή : ΕΦΗΜΕΡΙΔΑ ΤΩΝ ΣΥΝΤΑΚΤΩΝ