ΟΙΚΟΛΟΓΟΙ ΚΑΙ ΑΛΛΟΙ Ξεγυμνώστε την άγνοια και τον αμαθή φανατισμό τους.

ΟΙΚΟΛΟΓΟΙ ΚΑΙ ΑΛΛΟΙ
Ξεγυμνώστε την άγνοια και τον αμαθή φανατισμό τους.
Η Οικολογία, όπως οι περισσότεροι γνωρίζουν, ξεκίνησε από τις ΗΠΑ σαν μια παράπλευρη επιστήμη, που θα προσπαθούσε να ερευνήσει ―και καθορίσει― τους Νόμους λειτουργίας τού φυσικού μας περιβάλλοντος, γνωστού και σαν Οικοσύστημα.
Οι κανόνες κάτω από τους οποίους η Φύση οργανώνει τα ειδικά «λογιστικά» της ήταν κι ο πρώτος στόχος, που κάτω όμως από την επίκαιρη πίεση τής ρύπανσης και της καταστροφής τού περιβάλλοντος σύντομα στράφηκε στην αλληλεπίδραση Φύσης-Ανθρώπου.
Επειδή πραγματικά η κλασσική φυσιοδιφική προσέγγιση ήταν η αποσπασματική κι απομονωμένη μελέτη τού κάθε είδους, η ανάγκη για μια γενικότερη θεώρηση τού συνόλου κι όχι τού ατόμου-είδους φάνηκε όλως αναγκαία.
Κάτω από την ολοένα και πιο βάρβαρη βιομηχανική και γεωργική επιβάρυνση τής Φύσης, η αγωνία για την διαταραχή τής λειτουργίας των οικοσυστημάτων διοχετεύθηκε από τους πανεπιστημιακούς κύκλους σ’ ευρύτερες μάζες πολιτών, σε πρώτη φάση των πλέον ανεπτυγμένων βιομηχανικά κρατών.
Η αρχέτυπη αγάπη τού ανθρώπου για την Φύση, βοηθούσης και μιας κάποιας πολιτικής κόπωσης και στόμωσης ―ίδιον των υπερανεπτυγμένων κρατών― βρήκε διέξοδο στα ποικιλώνυμα οικολογικά και «πράσινα» κινήματα που ανεφάνησαν στον Δυτικό κόσμο. Η ανάπτυξή τους, ραγδαία και ανεξέλεγκτη, σύντομα κι ατυχέστατα προσήλκυσε κάθε είδους «κατ’ επάγγελμα» επαναστάτες και φυσιολογικώτατα όλους τους καταπτοημένους αριστεριστές τής δεκαετίας τού 1960.
Όπως και για κάθε άλλη μόδα ή κοσμοθεωρία, με την κλασσική καθυστέρηση που χαρακτηρίζει την μεταφύτευση κάθε είδους συρμού στην ελληνική μας περιφέρεια, έφθασε και γι’ αυτήν το πλήρωμα τού χρόνου για την βαλκανική της υλοποίηση.
Το ντόπιο αποτέλεσμα θ’ αποτελεί κάποτε θέμα ερεύνης για τους μελλοντικούς κοινωνιολόγους και ψυχολόγους. Ένα τελικά απίθανο συνονθύλευμα υπερχρόνιων αντεξουσιαστών, καταπιεσμένων ομοφυλοφίλων κι αδαών νοικοκυρών, ιδού η ελληνικότατη παραλλαγή των αλλαχού Πρασίνων.
Τί πιστεύουν; Εξαρτάται από το ποιός τούς μιλάει. Τι γνωρίζουν; τα Πάντα. Κι επί παντός επιστητού. Λύσεις οικονομικές, κοινωνικές, εθνικές, τεχνοκρατικές, όλες τους διατίθενται φύρδην-μύγδην και προφανώς τούς προέκυψαν από την «πολυετή» μελέτη των ελληνικών δρυμών! Το βαρύ τους πυροβολικό; το Αθηναϊκό νέφος, αλλ’ ουσιαστικότερα το άτεγκτο αντι-κυνηγετικό τους μένος. Λαμπρόν στάδιον δόξης για όλες τις «ευαίσθητες και ρομαντικές» καρδιές, που αφού δεν μπόρεσαν ν’ αλλάξουν το Σύστημα και να σώσουν την Υφήλιο, αποφάσισαν ν’ ακούσουν το μελωδικό κελάϊδημα τής μπεκάτσας! στον Εθνικό Κήπο των Αθηνών, όπως υπεστήριξε μετά πάσης σοβαρότητος μία ευαίσθητη και λαοφιλής δημοσιογράφος εκ των συμπαθούντων τους οικολογίζοντες από το ραδιόφωνο.
Αλλ’ ας σοβαρευτούμε. Αυτό που θα πρέπει ν’ αποκαλυφθεί στους ανυποψίαστους και να καταπολεμηθεί είναι ο έρπων φασισμός που καμουφλάρεται πίσω από τις κενές αοριστολογίες τους. Κι ας μην σπεύσει κανείς να μας προσάψει ιδιοτέλεια για την τόσο σοβαρή αυτή καταγγελία. Πάρετε π.χ. το παράδειγμα τού νέφους τής Αθήνας. Ναι, αυτοί οι σοφοί θα το έλυναν δι’ αστραπής! Αλλ’ ας σκεφθεί καθένας μας και το πώς! Τί πιο απλό από το ν’ απαγορεύσει το παντοδύναμο Κράτος όλες τις δραστηριότητες που μολύνουν το Περιβάλλον; Τί είπατε; Θα διαλυθεί η ελληνική οικονομία; Θα πεινάσουν οι εργαζόμενοι; Και λοιπόν; Τί τους νοιάζει; Θα προτείνουν να μεταφερθούν οι επιβαρυντικές περιβαλλοντικά δραστηριότητες αλλού, κάπου μακριά, κάπου που να μην μας ενοχλούν, άσχετα με το ποιούς άλλους θα ενοχλήσουν. Και βέβαια για το υπέρογκο κόστος που απαιτείται για κάτι τέτοιο, θα ξεχάσουν να μας ενημερώσουν από πού θ’ αντληθεί. Και βέβαια, ας μην παραλείψουμε και το απαύγασμα των λύσεων που μας προτείνουν για το πρόβλημα τού νέφους. Η απαγόρευση των αυτοκινήτων κι η κυκλοφορία των Αθηναίων με ποδήλατο, σαν να μοιάζει η λοφοβριθής Αθήνα με την γεωγραφικά επίπεδη Ολλανδία.
Πονάει το κεφάλι, κόψει κεφάλι! Ιδού η σύγχρονη ελληνική οικολογική τους πρόταση! Σκοτώνονται άνθρωποι στους εθνικούς μας δρόμους οδηγώντας; Γιατί να μην λύσουμε το πρόβλημα απαγορεύοντας τήν οδήγηση;
Υπάρχουν λοιπόν λαθροθήρες ή κι ασυνείδητοι κυνηγοί; Γιατί να μην λύσουμε το πρόβλημα απαγορεύοντας το κυνήγι;
Ώστε, ας μην μας εκπλήσσει η εξωφρενικότητα τού αντικυνηγετικού τους αγώνα. Οι άνθρωποι είναι απλούστατα συνεπέστατοι στο συγκροτημένο σχήμα σκέψης που διαθέτουν.
Λογικώτατα θα ζητήσουν αύριο την απαγόρευση και του ψαρέματος, αλλά μεθαύριο και την απαγόρευση τής θαλάσσιας μεταφοράς πετρελαίου ή άλλων υλικών που πιθανόν να μολύνουν τα πελάγη, ή κι ανθρώπων ακόμα, ώστε να εξαφανιστεί κι ο κίνδυνος τής ρύπανσης των Ωκεανών από πιθανά ναυάγια!
\

Προσοχή! Ο φασισμός δεν φοράει πάντα στρατιωτικές στολές. Ο γνήσιος φασισμός είναι η επιβολή τής θέλησης μιας ισχνότατης μειοψηφίας στην γενικότερη θέληση τού Συνόλου.
Ο πραγματικός και καθημερινός φασισμός είναι η ωμή καταπάτηση τού άρθρου 5, παράγραφος 1, του Συντάγματος που ορίζει ότι: «Έκαστος δικαιούται να αναπτύσσει ελευθέρως την προσωπικότητά του και να συμμετέχει εις την κοινωνικήν, οικονομικήν και πολιτικήν ζωήν τής χώρας, εφ’ όσον δεν προσβάλλει τα δικαιώματα των άλλων και δεν παραβιάζει το Σύνταγμα ή τα χρηστά ήθη».
Το εξωφρενικότερο αυτής τής διαστροφικής προπαγάνδας και των φερεφώνων της είναι ακριβώς αυτός ο διχασμός που πάει να μας επιβληθεί αδιαμαρτύρητα: ότι δηλαδή η πραγματική οικολογία κι οι κυνηγοί είναι δύο πράγματα αντιφατικά, αλληλοσυγκρουόμενα κι αλληλοαναιρούμενα.
Εις μάτην προσπαθούμε να υποδείξουμε ποιοί ήταν κι είναι ―εκ θέσεως και φύσεως― οι αγωνιζόμενοι για την σωστή συντήρηση τού φυσικού περιβάλλοντος. Ποιοι είναι οι αληθινοί γνώστες και παρατηρητές των οικοσυστημάτων τής ελληνικής υπαίθρου. Ποιοι είναι οι ουσιαστικοί εραστές τής φυσικής ζωής, που δεν φείδονται χρόνου, κόπου, εξόδων για ν’ απολαύσουν τις ανεκτίμητες στιγμές τής αρμονικής συμβίωσης τής Φύσης και του ατόμου.
Ποια είναι όμως η ρίζα αυτής τής έξαλλης πλέον "μόδας" που διαβρώνει ακάθεκτη κάθε φωνή, δημόσια ή ιδιωτική;
Μονολεκτικά, είναι ένα από τα παλαιότερα κι ισχυρότερα γνωρίσματα-ιδιότητες τού ανθρώπου, ο Ανθρωπομορφισμός. Κι αυτό είναι η εγγενής ιδιότητα τού ανθρώπου να συν-παθεί, να συν-πάσχει, να ταυτίζεται συναισθηματικά με όντα αλλότρια τού είδους του.
Η ρίζα αυτής τής προέκτασης τής άρνησής τού Εγώ και του συμμερισμού τής τύχης ενός άλλου όντος, είναι τόσο βαθειά όσο και σκοτεινή.
Σε μια πρώτη αρχέγονη φάση, υπήρξε η ταυτοποίηση τού ανθρώπου με τα μέλη τής ομάδας του κι η συνταύτιση τής τύχης του με το γενικώτερο συμφέρον τής ομάδας-φυλής, αίτημα φυσικό κι απαραίτητο για την διαιώνιση τού είδους.
Έτσι, συνηθίσαμε ακόμα και στον σημερινό μας κόσμο τού απόλυτου Εγωϊσμού, να θεωρούμε σαν φυσιολογικό το ότι κάθε μέρα εκατοντάδες ―ίσως― άνθρωποι ριψοκινδυνεύουν την δική τους ζωή για να σώσουν την ζωή ενός ξένου. Αυτό όμως είναι κάτι το αλλότριο στους νόμους τής ίδιας τής Φύσης, πέρα φυσικά από την ιδιαίτερη φροντίδα και θυσία που επιδεικνύουν ενστικτωδώς όλα τα έμβια όντα τής συνομοταξίας των πτηνών και θηλαστικών όταν πρόκειται για την υπεράσπιση των νεογνών κι ανώριμων απογόνων τους. Ίσως όμως αυτός ο εξαίρετος Νόμος τής Συμπάθειας να επέτρεψε και στο εξαιρετικά αδύναμο σε φυσικό εξοπλισμό είδος μας να επιβιώσει.
Η Συμπάθεια αυτή προς τα ομοειδή για λόγους μη ακόμα ευκρινώς ξεκαθαρισμένους, (ίσως λόγω τής δύναμης που έπρεπε να έχει αυτή η πρωτόγνωρη επιτακτικότητα, ώστε να μπορέσει να υπερνικήσει την πάγια Αρχή τής Αυτοσυντήρησης) επεκτείνεται ―βαθμιαία;― στον άνθρωπο και σ’ ΑΛΛΟΤΡΙΑ είδη.
Βεβαίως, ο καθένας που θα σκεφθεί επ’ αυτού μπορεί εύκολα να διακρίνει ότι αυτό γίνεται επιλεκτικά. Βαθμοί ανομολόγητοι συγγένειας των ειδών και της όλης προϊστορίας μας εκφράζονται μέσα από τις συμπαθητικές μας αυτές επιλογές. Έτσι, ένα αρκουδάκι ή ένα τιγράκι είναι είναι αρχεγόνως συμπαθητικά όντα, μια μικρή σαύρα ή μια κατσαρίδα είναι επίσης αρχετυπικά αντιπαθητικά (και να μην μιλήσουμε για φίδια ή ποντίκια!). Και πάντα βέβαια κυριαρχεί η ιδιαίτερη προέκταση τής συμπαθητικής προστασίας των μικρών και νεογνών. Αλλ’ ο άνθρωπος φονεύει και φόνευε χωρίς πρόβλημα κάθε έντομο, τρωκτικό, σαυροειδές, ενώ ―και πάλι επιλεκτικά― αντιμετωπίζει πρόβλημα με τον ιδίοις χερσί φόνο ενός πτηνού ή θηλαστικού. Και πάλιν, ας σημειώσουμε ότι δίνουμε μια γενική εικόνα για λόγους κατανόησης, γιατί φυσικά η εν εκτάσει ανάλυση τού προβλήματος δεν είναι τού παρόντος εγχειρήματος.
Οφείλουμε να σημειώσουμε ότι η δύναμη κι η έκταση τού Ανθρωπομορφισμού, δηλαδή τής επιλεκτικής επέκτασης των ανθρώπινων ιδιοτήτων σε κάποιο άλλο ζώο, της συμπαθητικής ταυτοποίησης τού ανθρώπου μ’ αυτό, είναι κάτι που εξαρτάται πέρα από τις εγγενείς ανθρωπολογικές διαφοροποιήσεις κι από την συγκεκριμένη ιστορική στιγμή και κουλτούρα ενός λαού. Έτσι, ο χωρίς τύψεις φόνος μιας άκακης και μάλλον συμπαθητικής χελώνας είναι κατά βάση ιστορικό και πολιτιστικό πρόβλημα. (Υπάρχουν λαοί, που θεωρούν βρώσιμη την χελώνα και λαοί που φρικιούν με την ίδια ιδέα). Το αυτό ισχύει π.χ. για τα ορνιθοειδή. (Σαν συγγενές παράδειγμα: είναι ένας κύκνος φαγώσιμο είδος; Την απάντηση κατέχει το πολιτιστικό επίπεδο τής δεδομένης ιστορικής εποχής).
Όσο λοιπόν σήμερα ο άνθρωπος απομακρύνεται από την αυτούσια παραγωγή τής τροφής του, ο Ανθρωπομορφισμός έχει την εγγενή τάση να επεκτείνεται και ν’ αυξάνει την δύναμή του.
Ο σύγχρονος άνθρωπος αδυνατεί να εννοήσει ―λόγω της αποκοπής του από την τροφική του διαδικασία― ότι οι μπριζόλες του, προέρχονται από τα γοητευτικά αθώα μοσχάρια που βόσκουν στα τόσο ρομαντικά λιβάδια, στα οποία συνήθως τα αντικρίζει! Η πραγματική διάσταση τής διαχείρισης κι επεξεργασίας τής ζωϊκής του τροφής τού εκφεύγει, συνειδητά ή ασυνείδητα. Εάν αντιμετωπίσει τις συνθήκες διατροφής και εκμετάλλευσης σ’ ένα σύγχρονο βουστάσιο, χοιροστάσιο ή ορνιθοτροφείο, το αποτέλεσμα είναι συνήθως ένα πρωτοφανές σοκ.
Παρ’ όλα αυτά η συνείδησή του, η σύγχρονη κοινωνία και τα Μέσα Μαζικής Ενημέρωσης τον σπρώχνουν ολοένα και πιο βαθιά στην παγίδα τής Οργουελιανής Διπλής Σκέψης. Έτσι, στρέφει «διεστραμμένα» τον Ανθρωπομορφισμό του στην διάσωση μιας γάτας, ξεχνώντας τα εκατομμύρια αθώων αμνών που θυσιάζονται καθημερινά για την στομαχική του ευωχία.
Πρώτος ίσως αντίλογος για όλα αυτά θα μπορούσε να προέλθει από τους χορτοφάγους. Δε θα τους αντικρούσουμε, εάν είναι όντως ειλικρινείς. Αλλά θα συστήσουμε να ερωτηθεί ο πρώτος τυχών γιατρός για την ωμή πραγματικότητα που συνιστά ο λογικός βιασμός τής αλυσίδας τροφής ενός όντος όπως ο άνθρωπος. Έχετε σκεφθεί τι συνιστά η διατροφή ―για λόγους ηθικής― μιας λεοπαρδάλεως με ραδίκια; Επ’ αυτού δεν έχομεν χρείαν άλλων μαρτύρων.
Μια δεύτερη αφελής αντίρρηση θα ήταν το αν υποστηρίζουμε ότι ―όπως οι Γραφές υποστηρίζουν― το Φυσικό Βασίλειο εν γένει «φτιάχθηκε» για την εξυπηρέτηση τού Ανθρώπου. Εδώ, απλά επικαλούμαστε τον ίδιο τον Άνθρωπο και την Λογική του. Το Φυσικό Βασίλειο ΕΙΝΑΙ υποχείριο τού ανθρώπου, εφ’ όσον εξ αυτού αντλεί τα ΑΠΑΡΑΙΤΗΤΑ γι’ αυτόν ΜΕΣΑ διαβίωσής του και με την συνακόλουθη λογική του διαχείριση. Έτσι, είναι τουλάχιστον απαράδεκτο αν όχι παρανοϊκό, να υποστηρίζει κανείς σήμερα τις σφαγές των νεογνών της αρκτικής φώκιας, σφαγές που διεξάγονται διά ροπάλου και που αποτελούν τμήμα ΔΙΕΘΝΟΥΣ ΕΜΠΟΡΙΟΥ και που ουδεμία πλέον ανάγκη τού ανθρώπου εξυπηρετούν, πέρα από την ίδια την ανθρώπινη ματαιοδοξία που προέρχεται από την ΤΙΜΗ τής γούνας των σφαγιασμένων νεογνών. Περαιτέρω, είναι τουλάχιστον εγκληματικό το «κυνήγι» (προσοχή στον όρο, που τάχα ασυναίσθητα! χρησιμοποιείται) των φαλαινών, που μοιάζει με κυνήγι όσο κι η «χρήση» των παραγώγων ενός χοιροστασίου με το κυνήγι μιας μπεκάτσας!
Κάποτε το «κυνήγι» τής φάλαινας ήταν δικαιολογημένο, μιας κι ο άνθρωπος αντλούσε απ’ αυτήν υλικά απαραίτητα για το τότε επίπεδο πολιτισμού του. Σήμερα, δεν υπάρχει ΟΥΤΕ ΕΝΑ προϊόν που ν’ αποκομίζεται από μία νεκρή φάλαινα και που να είναι αναντικατάστατο από τα αντίστοιχα συνθετικά που μας προσφέρει το σύγχρονο επίπεδο πολιτισμού μας. Ας γίνει κάποτε επιτέλους αντιληπτό ότι το Κυνήγι κι οι διεθνείς ΕΜΠΟΡΟΙ των ανθρώπινων αδυναμιών δεν έχουν ΟΥΔΕΜΙΑ μεταξύ τους σχέση.
Παραμένει το γεγονός ότι στην σύγχρονη Δυτική κοινωνία έχουμε ν’ αντιμετωπίσουμε μιαν οξύτητα τού φαινομένου τού Ανθρωπομορφισμού, ορατή σ’ οποιονδήποτε σκεφθεί απλά επάνω στις υπερβολές που ολοένα αναπτύσσουμε στην αντιμετώπιση των κατοικιδίων μας ―και συνήθως αχρήστων για ο,τιδήποτε― ζώων.
Έτσι, η κοινωνία μας διχάζεται σε δύο κύρια ρεύματα, αυτό που διεκδικεί το δικαίωμα τού να συνεχίσει την προαιώνια αρμονική ΣΥΜΒΙΩΣΗ του με την Φύση κι αυτό που διαστρέφει την νοσταλγία μας για την Φύση σ’ υπερβολές ανεγκέφαλα φιλοζωϊκές και σε πλαστικές λύσεις αποστειρωμένης φυσικής συμβίωσης.
Το τελευταίο είναι το ρεύμα που θέλει να μας στερήσει τα δάση και την ύπαιθρο για να την αντικαταστήσει με ετοιμοπαράδοτο γκαζόν. Είναι το ρεύμα που προτιμάει τις σελοφάν σακούλες και τις γάτες Αγκύρας. Είναι ακόμα το ρεύμα που αρνείται τον ίδιο τον Ανθρωπισμό στ’ όνομα τού ζωϊκού Ανθρωπομορφισμού. Πιο απλά, είναι εκείνοι που σοβαρά προτείνουν να χρησιμοποιούνται φυλακισμένοι σαν πειραματόζωα τ­ής ιατρικής αντί των ζώων! Και βέβαια θα ήμασταν οι τελευταίοι που θ’ αρνούμαστε την επιστημονική "κατάχρηση" των ιατρικών πειραμάτων. Αλλ’ υπάρχει ένα αβυσσαλέο χάος που χωρίζει τον Ανθρωπισμό από τον Ανθρωπομορφισμό.
Το καίριο όμως πρόβλημα για μας δεν συνιστούν τόσο οι «ευαίσθητες τρυφερές καρδιές», όσο η ανηλεής προπαγάνδα που ασκείται από τα Μέσα Μαζικής Ενημέρωσης στο όνομα τού ψυχοπονιάρικου πνεύματος τής Νέας Ανθρωπότητας. '

Είναι πλέον συρμός, καθήκον και υποχρεωτική δημόσια σχέση το να συκοφαντείς, να καταδικάζεις και να εξυβρίζεις το κυνήγι και τους κυνηγούς σαν άτομα. Δεν χρειάζεται βέβαια εδώ ν’ αναφέρουμε συγκεκριμένα παραδείγματα. Η πολεμική αυτή ολοένα κι εκτείνεται. Είναι μήπως προσωρινή μόδα, κάτι σαν τον χιπισμό τής δεκαετίας του ’60; Ίσως. Το βέβαιο είναι ότι θα την υποστούμε για αρκετά χρόνια ακόμα. Και το καίριο για μας ζήτημα δεν είναι άλλο από την πιθανή αναχαίτισή της, ή ακόμα και την αντιστροφή της.
Πώς όμως μπορεί να γίνει κάτι τέτοιο; Απλά, εντοπίζοντας κι ιεραρχώντας την δομή τού προβλήματος. Έτσι, πίσω από τους ελάχιστους τυφλούς φανατικούς και συμφεροντολόγους, θα δούμε ότι το κύριο πρόβλημα συνιστούν οι άσχετοι, οι απληροφόρητοι κι ανίδεοι.
Στην παραπληροφόρησή τους, ας αντιτάξουμε την αλήθεια και την γνώση. Πριν ανεχθούμε από τον οιονδήποτε την κατασυκοφάντησή μας, ας τον ελέγξουμε εξονυχιστικώς. Ας άρουμε αυτό το πέπλο τής αμάθειας, που εκμεταλλεύεται τον αδαή συνάνθρωπό μας για να τον παρασύρει σε συγχύσεις τού τύπου «αδικοσκοτωμένοι πελαργοί και κυνηγοί-φονιάδες με πανίσχυρα όπλα».
Ακόμα πιο απλά ας ερωτήσουμε τον οποιονδήποτε κυνηγολογεί και κινδυνολογεί αυτά που εμείς ξέρουμε κι αυτοί συσκοτίζουν. Π.χ. Πόσα από τα επιτρεπόμενα θηράματα είναι ενδημικά; Ποιά η σχετική νομολογία των γειτονικών μας χωρών; Ποιά από τα επιτρεπόμενα για κυνήγι είδη κινδυνεύουν μ’ αφανισμό; Ποιό το δραστικό βεληνεκές ενός κυνηγετικού όπλου; Τί συμβαίνει όταν ένα είδος για χι λόγους υπερπληθυνθεί; Δοκιμάστε και θα θαυμάσετε! Κι ακόμα-ακόμα: εξετάστε τους αν γνωρίζουν τί είναι η φάσσα και τί το αγριοπερίστερο. Αν μπορούν να ξεχωρίσουν έναν λαγό από ’να αγριοκούνελο. Αν ξέρουν όντως πού ζει ένα είδος που κόπτονται γι’ αυτό (π.χ. η μπεκάτσα), πώς πετάει, ποιες είναι οι συνήθειές του.
Ξεγυμνώστε την άγνοια και τον αμαθή φανατισμό τους, διότι αυτά τα δύο είναι αδιάσπαστα και συναποτελούν την βάση κάθε τυφλής προκατάληψης και φασιστικής νοοτροπίας.
Ο αγώνας πρέπει να δοθεί και να δίνεται τόσο σε συλλογικό, όσο και σε ατομικό επίπεδο. Ας μην αμελούμε τον κοινωνικό μας περίγυρο που δεν έχει σχέση και γνώση για μας και το κυνήγι. Αλλά κυριότατα, ας οργανώσουμε ―μέσω συλλόγων, αλλά με πιο σύγχρονη μορφή― την αντεπίθεσή μας στα όσα οι ανίδεοι καθημερινά μας καταλογίζουν.
Κι εδώ, ας μας επιτραπεί να επισημάνουμε την βασική μας διαφορά μ’ όσα ως τα σήμερα επιχειρούνται. Είναι καιρός πια αντί για τις επί μέρους απαντήσεις στα όσα συκοφαντικά μας θέτουν, να περάσουμε στην ουσιαστική εξέταση ΑΥΤΩΝ που τα λένε. Να οριοθετήσουμε τις γραμμές, τους ανθρώπους, τους συλλογικούς φορείς, με τους οποίους ΔΙΚΑΙΟΥΝΤΑΙ να συνδιαλεχθούμε, έστω να διαφωνήσουμε ή κι ακόμα να μαλώσουμε.

Πρέπει κάποτε οι δημοσιογραφίσκοι κι οι ευαίσθητες ψυχές να συνειδητοποιήσουν ότι χωρίς τις προϋποθέσεις τής συγκεκριμένης γνώσης επί του θέματος δεν τους επιτρέπεται ηθικά και δεοντολογικά να φληναφούν ―δίκην επαϊόντων επί παντός επιστητού― και να σωριάζουν λάσπη σε άτομα και δραστηριότητες για τις οποίες δεν είναι ώριμοι νοητικά ν’ αντιμετωπίσουν.
Νομίζαμε πως και στο αντίπαλο στρατόπεδο θα υπήρχαν κάποια άτομα σοβαρά και γνώστες γνήσιοι τής Φύσης και των λειτουργιών της, κι αυτό που μας χώριζε ήταν η έλλειψη διαλόγου κι η ουσιαστική ανταλλαγή ιδεών κι ότι αν έπεφταν τα τείχη των τυχάρπαστων τής ημιμάθειας, θα συναντιόμαστε στα σοβαρά, επώδυνα κι ουσιώδη, που μας ταλανίζουν, μας ανησυχούν και που μάλλον θα μας ένωναν παρά θα μας χώριζαν, αλλά δυστυχώς, δυστυχέστατα! ΔΕΝ ΥΠΑΡΧΟΥΝ!

*Απόσπασμα από το βιβλίο: "Κυνηγετικός Εξάντας" του Βασίλη Καμπόλη, που εκδόθηκε το 1991

Η δημοσίευση του παραπάνω αποσπάσματος στο ΦΥΣΗ Τν έγινε με την άδεια του ιδίου του συγγραφέα κ τον ευχαριστούμε θερμά.