Η ονομασία του γένους είναι αρχαία ελληνική και προέρχεται από τη λέξη κόραξ (=ο κόρακας, το κοράκι): <κόραξ, -κος + κατάληξη -ίας (πρβλ. στρουθ-ίας, φοινικ-ίας).
Το ενδιαφέρον έγκειται στην αναφορά του Αριστοτέλη: «…κολοιών δ’ εστίν είδη τρία, έν μεν ο κορακίας…». Ο μεγάλος φιλόσοφος και από τους πρώτους ταξινόμους κάνει μια έμμεση αναφορά σε δύο ταξινομικές κατηγορίες, το γένος («κολοιός») και το είδος («κορακίας»), δεκάδες αιώνες πριν αναγνωριστεί η κατά Λινναίον συστηματική ταξινομική. Δεν θα γίνει ποτέ γνωστό με ακρίβεια ποιά ήσαν τα τρία «είδη» «κολοιών» του Αριστοτέλη, πιθανόν όμως να επρόκειτο για την Κάργια, την Καλιακούδα και τη Χαλκοκουρούνα.
H ονομασία του είδους είναι λατινική και, προέρχεται από το ρήμα garrio το οποίο, όμως, προέρχεται και πάλι από την αρχαία ελληνική, ως αντιδάνειο: garrūlus < garrio [αρχ. γαρύω(=μιλάω ακατάπαυστα, φλυαρώ, αρθρώνω κραυγές), πρβλ. γñρυς, -υος (=η φωνή)] . Έτσι, παρόλο που ο όρος «φλύαρος» είναι επιστημονικά λίγο αδόκιμος, είναι ο μόνος πλησιέστερα στην ακριβή μετάφραση της λατινικής λέξης garrūlus.
Η αγγλική του ονομασία «Roller», οφείλεται στο τελετουργικό επίδειξης των αρσενικών κατά την αναπαραγωγική εποχή, οπότε πραγματοποιούνται περιστροφές (rolls) στον αέρα.
Η ελληνική λαϊκή ονομασία του είδους, παραπέμπει στα ποικίλα χρώματα του σώματος του πτηνού, μέσα στα οποία κυριαρχεί το χρώμα του χαλκού.
(info @wiki, photo @ hidephotography.com)
Το ενδιαφέρον έγκειται στην αναφορά του Αριστοτέλη: «…κολοιών δ’ εστίν είδη τρία, έν μεν ο κορακίας…». Ο μεγάλος φιλόσοφος και από τους πρώτους ταξινόμους κάνει μια έμμεση αναφορά σε δύο ταξινομικές κατηγορίες, το γένος («κολοιός») και το είδος («κορακίας»), δεκάδες αιώνες πριν αναγνωριστεί η κατά Λινναίον συστηματική ταξινομική. Δεν θα γίνει ποτέ γνωστό με ακρίβεια ποιά ήσαν τα τρία «είδη» «κολοιών» του Αριστοτέλη, πιθανόν όμως να επρόκειτο για την Κάργια, την Καλιακούδα και τη Χαλκοκουρούνα.
H ονομασία του είδους είναι λατινική και, προέρχεται από το ρήμα garrio το οποίο, όμως, προέρχεται και πάλι από την αρχαία ελληνική, ως αντιδάνειο: garrūlus < garrio [αρχ. γαρύω(=μιλάω ακατάπαυστα, φλυαρώ, αρθρώνω κραυγές), πρβλ. γñρυς, -υος (=η φωνή)] . Έτσι, παρόλο που ο όρος «φλύαρος» είναι επιστημονικά λίγο αδόκιμος, είναι ο μόνος πλησιέστερα στην ακριβή μετάφραση της λατινικής λέξης garrūlus.
Η αγγλική του ονομασία «Roller», οφείλεται στο τελετουργικό επίδειξης των αρσενικών κατά την αναπαραγωγική εποχή, οπότε πραγματοποιούνται περιστροφές (rolls) στον αέρα.
Η ελληνική λαϊκή ονομασία του είδους, παραπέμπει στα ποικίλα χρώματα του σώματος του πτηνού, μέσα στα οποία κυριαρχεί το χρώμα του χαλκού.
(info @wiki, photo @ hidephotography.com)