Απόσπασμα από το αφήγημα "ΤΟ ΑΓΡΙΟΓΙΔΙ"
Τα άγρια και τα ήμερα του βουνού και του λόγγου
του Στέφανου Γρανίτσα:
Τα αγριόγιδα είναι τα αφθονώτερον προικισμένα ζώα με πολεμικήν τέχνην. Μόνον τ’ αγριάλογα έχουν τελειότερα συστήματα αμύνης κατά των λύκων. Άμα λόγου χάριν η λακνιά (το κοπάδι των αγριαλόγων) αντιληφθή επιδρομήν λύκων, αμέσως σχηματίζει κύκλον πέριξ των μικρών αλόγων και κατ’ αυτόν τον τρόπον αμύνεται θαυμάσια διά των όπλων της κατά ολοκλήρου φάλαγγος λύκων.
Η πολεμική τέχνη των αγριογιδιών είναι περισσότερον αρχέγονος. Έχουν την τακτικήν ατάκτων σωμάτων και ίσως ο ελληνικός αρματολισμός χρεωστεί εις αυτά πολλάς μεθόδους του. Τα περίφημον καραούλι, η τοποθέτησις δηλαδή σκοπών εις υψηλά σημεία, η βάρδια, όπως λέγεται σήμερον, είναι μέχρις απίστευτου βαθμού ωργανωμένη εις την φυλήν των αγριογιδιών. Και τρία ακόμη αγριόγιδα αν αποτελούν το κοπάδι, το ένα θ’ αναλάβη τα καθήκοντα του σκοπού, διά να βοσκήσουν τα άλλα εν ασφαλεία.
Η βάρδια των αγριογιδιών σφυρίζει όπως και η των κλεφτών. Και έχει όλα τα είδη των σφυριγμάτων, όπως το κλέφτικο καραούλι. Άλλο είδος σφυρίγματος εάν επέρχεται λύκος, άλλο εάν αντιληφθή κυνηγούς και άλλο αν πλησιάζουν ομόφυλοι εχθροί. Διότι και τα αγριόγιδα ευρίσκονται μεταξύ των εις εμπόλεμον κατάστασιν κατά τους μήνας του κεροφορήματος, τουτέστι της ερωτικής εποχής των, όπως άλλως τε και τα ήμερα γίδια, πρόβατα, άλογα και γελάδια.
Αν οι ποιμένες δεν φαντασιοκοπούν, οι Τρωικοί πόλεμοι δι’ ωραίας Ελένας είναι συχνοί μεταξύ αγριογιδιών. Εκείνο το οποίον δύναμαι να βεβαιώσω είναι, ότι όχι σπανίως, αυτήν την εποχήν κατά την οποίαν ανοίγει το κεροφόρημα, ευρίσκουν εις τους γκρεμούς σκοτωμένα αγριόγιδα, τα οποία βέβαια είναι θύματα εσωτερικών διαμαχών του κράτους των.
Να ειπή κανείς ότι εσκοτώθηκαν εις διαμφισβητήσεις βοσκησίμων περιφερειών είναι ολίγον τολμηρόν, διότι η ελληνική γη έχει λαύρον, μεράντσαν, φυλλορριάν και κοντοέλατα διά να βοσκήσουν εκατομμύρια αγριογιδιών.
Εάν λοιπόν δεν ήλθον εις χείρας επί συζητήσεων των κακώς κειμένων, περί της αποστολής ή μη λόγου χάριν των Κρητών βουλευτών, ασφαλώς τα μάτια κάποιας ωραίας Ελένης εμπνέουν τους αλληλοσπαραγμούς αυτούς, οι οποίοι κοκκινίζουν τα άσπρα βουνά των Αγράφων, όπως άλλως τε συμβαίνει και εις τα άλλα γίδια και πρόβατα. Αλλά περί των τραγικών αυτών ερώτων θα ομιλήσωμεν όταν έλθη η σειρά των προβάτων και των γιδιών.
Τίποτε ίσως δεν αφθονεί περισσότερον εις την Ευρυτανίαν, όσον τα αγριόγιδα. Προχθές μου έδειχναν από την στάνην του Μαλαμούλη ένα δάσος από οξυές, εις το οποίον είναι ολόκληρα κοπάδια. Αλλά τα βουνά των Αγράφων είναι τόσον κακοπάτητα, ώστε δεν συμβουλεύω κανένα Αθηναίον κυνηγόν να επιχειρήση εκδρομήν.
Οι Σαρακατσάνοι σκηνίται ενθυμούνται συχνά τον κ. Σκουλούδην, ο οποίος τους τιμά με πολλήν αγάπην, επισκεπτόμενος τα περί τον Ωρωπόν, Λειβαδιάν, Θήβας και Ξηρόμερον χειμερινά μαντριά των. Εδώ θα εχόρταινε κυνήγι· αλλ’ ατυχώς, μόνον εάν ο Καμπέρος ήθελε τολμήσει ταξίδια έως εδώ με το αεροπλάνον του, θα ήτο εύκολον εις τον επιφανή κυνηγόν και επιφανέστερον διπλωμάτην να ευρύνη έως τα Άγραφα τας κυνηγετικάς εκδρομάς του.
Οι εντόπιοι κυνηγοί, μολονότι καλοί σκοπευταί, είναι μικροεπιχειρηματίαι αρκούμενοι εις λαγούς, μπεκάτσες, πέρδικες, και πότε πότε ανταμώνονται διά μεγάλας επιχειρήσεις, αι οποίαι όμως κατά προτίμησιν στρέφονται προς τα ζαρκάδια και τα αγριογούρουνα, που διαιτώνται εις κλειστούς δασώδεις τόπους γύρω από τα χωριά.
Κρέας αγριογιδιού έχομεν ένα έτος να ιδούμε, διότι το κυνήγι του απαιτεί τέχνην μεγάλην.
Ο μακαρίτης Κρυστάλλης είχε καιρόν που έλειπεν από τα βουνά, όταν εις τον περίφημον «Αετόν» του εζητούσε να ραχατεύη στα κρόκαρα του Μετσόβου και να
τρώη τυρί λαφιού
και γάλα απ’ αγριογίδι
Άλλως τε ήτο ποιητής, και μεταξύ ποιήσεως και αγριογιδιών υπάρχει πολλή απόστασις πεζή, τόσον πεζή, ώστε κάποτε πρέπει να βγάλετε και τα παπούτσια σας διά να περάσετε ένα γκρεμόν.
Τα «σύρματα» αυτά, όπως λέγονται τα δυσκολοπάτητα μονοπάτια των γκρεμών, είναι οι μόνοι δρόμοι, από τους οποίους περνούν και τ’ αγριογίδια. Και μόνον χάρις εις αυτά τρώγουν κάποτε εδώ κανένα αγριογίδι όχι από συστηματικούς κυνηγούς, αλλά από τσοπάνηδες, οι οποίοι καταλαμβάνουν τα «σύρματα» και καιροφυλακτούν τας διαβάσεις των κοπαδιών.
Προ ολίγων ετών ενθυμούμαι ότι έφεραν αγριογίδια σκοτωμένα, οι πωληταί των δε επέμεναν ότι κατώρθωσαν να τα σκοτώσουν κατά τον εξής τρόπον:
Ετοποθέτησαν εις τα «σύρματα» σανίδια επαλειμμένα με σαπούνι, και αφού «εμπήκαν παγάνα» στο δάσος, εξηνάγκασαν τα αγριογίδια να περάσουν επάνω από τα σανίδια και να γλυστρήσουν κάτω στον γκρεμόν, όπου και έγιναν θρύμματα. Όλοι όμως ήκουσαν υπόπτως τα παραμύθια αυτά, πιστεύοντες μάλλον ότι επρόκειτο περί θυμάτων εμφυλίου σπαραγμού. Μολαταύτα οι πωληταί επέμεναν· και ίσως μετεχειρίσθησαν το ψεύδος αυτό διά να δικαιολογήσουν το πώς τα αγριογίδια ήσαν σχεδόν θρυμματισμένα. Οι πονηροί όμως χωρικοί τους ερωτούσαν:
- Από πού έχετε αγοράσει το σαπούνι;
Και ο διαρκώς φιλοσοφών καφετζής του χωρίου απήντησεν υπερασπιζόμενος τάχα τους κυνηγούς.
- Βρε παιδιά, τι σας μέλει το σαπούνι τι ποιότης είναι; Αγοράζετε το κρέας για να το φάτε ή για μπουγάδα;
Η πατροπαράδοτος ζωολογία, η μυθολογική και ανεκδοτολογική, εξ ονόματος της οποίας ομιλούμεν εις τα σημειώματα αυτά, έχει και μίαν εξήγησιν περί του πώς γίνονται τα αγριογίδια. Άμα το ήμερο κατσίκι γεννηθή και δεν το πάρη μάτι ανθρώπου επί ένα έτος, τότε εκείνο αγριεύει, «στοιχειώνει» και παίρνει τα βουνά.
Αλλ’ υπάρχει και άλλη παράδοσις, ότι τα έκαμεν ο διάβολος, θέλων να μιμηθή τον Χριστόν, ο οποίος έκαμε τα πρόβατα. Όσα γίδια ημέρευσαν το χρεωστούν εις τον Χριστόν, ο οποίος τα εσφράγισεν εις τα γόνατα και από τότε κατώρθωσαν να γονατίζουν - ο διάβολος τα έστησε μονοκόμματα, μη κατορθώσας να επιτύχη τους αρμούς των - το πρώτον δε εγονάτισαν να προσκυνήσουν τον ευεργέτην των, ο οποίος τα εσφράγισε. Τα αγριόγιδα όμως, ενώ εδέχθησαν την ευεργεσίαν αυτήν, δεν ήκουσαν τον Χριστόν να μένουν με τον άνθρωπον, αλλά επήραν τα βουνά και τα ρέματα, όπου και ο δημιουργός των ο Διάβολος, ο οποίος και πίνει το γάλα των.