Το... επιβλαβές θήραμα.

Στιγμές σαν αυτήν αποτελούν το όνειρο κάθε φασσοκυνηγού. Στην Ελλάδα, οι λίγες φάσσες που παραμένουν την άνοιξη και αναπαράγονται στη χώρα, επιλέγουν μέσα ως μεγάλα υψόμετρα και συνήθως αμιγώς δασικές εκτάσεις.



Η Φάσσα στην Ευρώπη.

Μπορεί στη χώρα μας οι φάσσες να είναι ακριβοθώρητες στους πολλούς, δεν συμβαίνει όμως το ίδιο σε άλλες χώρες της Ευρώπης, όπου μπορεί κανείς να τις συναντήσει ακόμη και στα πάρκα των μεγάλων αστικών κέντρων, όπως συμβαίνει για παράδειγμα στη Μαδρίτη.

Σε όλη την Ελλάδα, από τον Εβρο μέχρι την Κρήτη, αλλά και στην Κύπρο, όταν και όπου επικρατούν οι κατάλληλες συνθήκες μερικές φάσσες παραμένουν και αναπαράγονται, παρουσιάζοντας έτσι χαρακτήρα επιδημικό που σημαίνει πως έχουν μόνιμη παρουσία καθ’ όλη τη διάρκεια του έτους.
Ο μεγαλύτερος όγκος των πουλιών όμως, όπως γνωρίζουν καλά όλοι οι κυνηγοί, καταφθάνει στη χώρα μας με τα περάσματα του φθινοπώρου, που ξεκινούν από τα τέλη Σεπτεμβρίου - αρχές Οκτωβρίου και ολοκληρώνονται στις αρχές με μέσα Νοεμβρίου, με το επίκεντρο να βρίσκεται στο δεύτερο μισό του Οκτωβρίου.
Η επιστροφή στις περιοχές αναπαραγωγής λαμβάνει χώρα την άνοιξη, κυρίως τον Μάρτιο και τον Απρίλιο.
Η λευκή κηλίδα
Η φάσσα, που διεθνώς αναφέρεται με το λατινικό όνομα Columba palumbus, είναι το μεγαλύτερο περιστεροειδές της Ευρώπης. Εχει μήκος σώματος που φτάνει τα 42-44 εκ. και άνοιγμα φτερών που φτάνει τα 80 εκ., ενώ το βάρος της μπορεί να φτάσει μέχρι τα 600 γρ.
Οι άλλοι τέσσερις εκπρόσωποι της οικογένειας στην Ευρώπη, και συγκεκριμένα το αγριοπερίστερο, το φασσοπερίστερο, το τρυγόνι και η δεκαοχτούρα, είναι μικρότερα πτηνά σε μέγεθος.

Το κύριο γνώρισμα της φάσσας είναι η λευκή κηλίδα στα πλάγια του λαιμού και οι λευκές λωρίδες στο πάνω μέρος των φτερών. Το κεφάλι και το πάνω μέρος του σώματος έχουν σταχτί χρώμα, στο στήθος και το λαιμό ροδίζει λίγο, ενώ η κοιλιά είναι επίσης σταχτιά, αλλά πιο ανοιχτής απόχρωσης.
Φάσσες πίνουν νερό σε συντριβάνι στο κέντρο της Μαδρίτης.


Αναπαράγεται σε όλη την Ευρώπη, την Ανατολική Ασία και τη Βορειοδυτική Αφρική. Διαχειμάζει στη Νότια και Δυτική Ευρώπη, στη Βορειοδυτική Αφρική και τη Νοτιοανατολική Ασία.
Οι δυτικοί και νότιοι ευρωπαϊκοί πληθυσμοί τείνουν να είναι επιδημητικοί, με μικρές μόνον μετακινήσεις, ενώ αντίθετα οι ανατολικοευρωπαϊκοί και οι δυτικοί ασιατικοί πληθυσμοί είναι μεταναστευτικοί.
Γενικά, η μετανάστευση αυξάνεται σημαντικά από τα νοτιοδυτικά προς τα βορειοανατολικά.
Αναπαράγεται σε μεγάλη ποικιλία ενδιαιτημάτων αρκεί να υπάρχει έστω περιορισμένη δασική βλάστηση. Στην Ελλάδα, οι λίγες φάσσες που παραμένουν την άνοιξη και αναπαράγονται στη χώρα, επιλέγουν μέσα ως μεγάλα υψόμετρα και συνήθως αμιγώς δασικές εκτάσεις. Η φωλιά της κατασκευάζεται και από τα δύο φύλα και είναι μια πρόχειρη «πλατφόρμα» από ξερά κλαδάκια. Γεννάει 1-2 φορές τον χρόνο, 1-2 αβγά τη φορά, λευκού χρώματος, τα οποία επωάζονται και από τα δύο φύλα και εκκολάπτονται ταυτόχρονα. Οι νεοσσοί τρέφονται και από τους δύο γονείς και μπορούν να πετάξουν έπειτα από 20-35 ημέρες.
Οι φάσσες τρέφονται κυρίως με σπόρους (σιτηρά, καλαμπόκι, βελανίδια κ.λπ.) και με βλάστηση που αναζητούν τόσο στα δέντρα όσο και στο έδαφος.
Οι νεοσσοί τρέφονται με ένα είδος ρευστού υγρού σαν γάλα που εκκρίνεται από τον πρόλοβο των ενηλίκων και το οποίο είναι ιδιαίτερα θρεπτικό.
Το διπλοσάινο θεωρείται ο κυριότερος θηρευτής της φάσσας.

Διπλοσάινο & σπιζαετός.
Ο κύριος θηρευτής της φάσσας στη Δυτική και Κεντρική Ευρώπη είναι το διπλοσάινο, ενώ στη Νότια Ευρώπη ο σπιζαετός. Από δείγματα θηραμάτων του διπλοσάινου που έχουν ταυτοποιηθεί έχει αποδειχθεί ότι η φάσσα είναι μέσα στα πέντε πρώτα αγαπημένα του θηράματα, κυρίως λόγω της αφθονίας και της ευρείας κατανομής της.
Σημαντικούς άρπαγες για τους νεοσσούς της φάσσας αποτελούν επίσης τα κορακοειδή (καρακάξες, κουρούνες, κάργιες κ.ά.).
Στην Ελλάδα, η περίοδος θήρας της φάσσας διαρκεί από την έναρξη έως τις 20/2, χωρίς να υπάρχει περιορισμός στην κάρπωση. Υπάρχουν όμως ευρωπαϊκές χώρες στις οποίες η φάσσα κυνηγιέται όλο τον χρόνο, και μάλιστα με περισσότερες μεθόδους.
Χαρακτηριστική περίπτωση διαφοροποίησης του θεσμικού πλαισίου που ισχύει για το κυνήγι της φάσσας σε σχέση με τη χώρα μας είναι η Βρετανία.
Στη Βρετανία, σύμφωνα με τη Βρετανική Ενωση για το Κυνήγι και τη Διατήρηση (British Association for Shooting and Conservation), η φάσσα θεωρείται ταυτόχρονα το πιο επιβλαβές πτηνό για τη γεωργία και ένα από τα πιο δημοφιλή θηράματα για τους κυνηγούς της χώρας. Η περίοδος θήρας της διαρκεί όλο το χρόνο υπό τις προϋποθέσεις και τους περιορισμούς που τίθενται από τη γενική άδεια θήρας.
Οι γενικές άδειες θήρας της Βρετανίας εκδίδονται για συγκεκριμένους σκοπούς όπως: η πρόληψη σοβαρών ζημιών στις καλλιέργειες, στα λαχανικά, τα φρούτα και τα τρόφιμα για τα ζώα, και για τον σκοπό της διαφύλαξης της δημόσιας υγείας ή της δημόσιας ασφάλειας.
Στη Βρετανία επιτρέπεται επίσης η θήρα της δεκαοχτούρας (Streptopelia decaocto) και των ήμερων (ημιάγριων) περιστεριών που αναπαράγονται και ζούνε ελεύθερα στη φύση καθ’ όλη τη διάρκεια του έτους, για τους ίδιους λόγους.
Η θήρα του φασσοπερίστερου, του αγριοπερίστερου και του τρυγονιού αντίθετα απαγορεύεται, καθώς θεωρούνται προστατευόμενα είδη.
Μία άλλη σημαντική διαφοροποίηση στην άσκηση της θήρας της φάσσας στη Βρετανία σε σχέση με την Ελλάδα είναι το γεγονός πως στη Βρετανία επιτρέπεται η χρήση ζωντανού κράχτη ή τεχνητού ομοιώματος.
Στη χώρα μας, το αδικαιολόγητα αυστηρό πλαίσιο που διέπει την άσκηση της θήρας δεν επιτρέπει στους κυνηγούς να απολαύσουν το κυνήγι τους με τέτοιες μεθόδους, οι οποίες μεταξύ άλλων εξασφαλίζουν πως θα υπάρξουν οι ελάχιστες δυνατές απώλειες τραυματισμένων πτηνών.
Οι Ελληνες κυνηγοί, περιμένουμε εδώ και χρόνια να δούμε να λαμβάνεται και κάποια θετική θεσμική πρωτοβουλία για το κυνήγι, και η χρήση κραχτών και ομοιωμάτων αποτελεί αναμφίβολα ένα από τα πιο χαρακτηριστικά παραδείγματα.
Από αναίτια αρνητικές πρωτοβουλίες, βέβαια, είμαστε χορτάτοι.
ΤΟ ΓΝΩΡΙΖΑΤΕ;
Οι φάσσες αποτελούν ένα από τα πλέον πολυπληθή είδη της ευρωπαϊκής πανίδας. Ο ευρωπαϊκός πληθυσμός τού είδους εκτιμάται περίπου στα 25.000.000 αναπαραγωγικά ζευγάρια, γεγονός που σημαίνει πως μετά την αναπαραγωγή ο συνολικός ευρωπαϊκός πληθυσμός μπορεί να ξεπερνά τα 100.000.000 άτομα, ενώ η πληθυσμιακή της τάση χαρακτηρίζεται ως αυξητική, σύμφωνα με τη Διεθνή Ενωση για τη Διατήρηση της Φύσης.

Κείμενο-Φωτογραφίες Αλέξανδρος Γκάσιος,
Πηγή: Δημοσίευμα στο ΕΘΝΟΣ-Κυνήγι